

Δεν συναντάς εύκολα ποδοσφαιριστές που να έχουν μείνει στην ίδια ομάδα για διψήφιο αριθμό ετών. Κάθε άλλο. Ο Κυριάκος Κιβρακίδης, όμως, είναι από αυτές τις περιπτώσεις. Όχι γιατί δεν του παρουσιάστηκαν ευκαιρίες για μία διαφορετική πρόκληση στην καριέρα του. Το όνομά του ενεπλάκη σε πολλά μεταγραφικά σενάρια.
Έγινε ακόμα και πρωτοσέλιδο σε εφημερίδες. Όμως, από ένα σημείο και έπειτα, ο Έλληνας δεξιός μπακ δέθηκε με τον Ατρόμητο. Το Περιστέρι έγινε το σπίτι του. Και το σπίτι του, δεν ήθελε να το αφήσει. Ο κύκλος του στην ομάδα των Δυτικών Προαστίων έκλεισε όταν πια ο ίδιος αισθάνθηκε πως δεν είχε άλλα να δώσει.


Ένα μεσημέρι Σαββάτου, λοιπόν, στα γνωστά του λημέρια, συναντηθήκαμε με τον Κυριάκο Κιβρακίδη για έναν καφέ και προκειμένου εκείνος να ξετυλίξει το κουβάρι των αναμνήσεων της καριέρας του. Από την πρώτη του επίσκεψη στο «Μαζαράκη» μέχρι την ημέρα που φόρεσε για τελευταία φορά τα ρούχα με το αστέρι στη φανέλα.
Ο Έλληνας μπακ θυμήθηκε τις σπουδαίες προσωπικότητες με τις οποίες συνυπήρξε στα πρώτα του χρόνια στην ομάδα αλλά και τους προπονητές υπό τις οδηγίες των οποίων δούλεψε. Τον Γιώργο Σπανό, αλλά και τον πατέρα του, Μιχάλη. Αποκάλυψε άγνωστες… μεταγραφικές ιστορίες, ενώ δεν παρέλειψε να αναφερθεί στις όμορφες, αλλά και στις δύσκολες στιγμές που έζησε στα χρόνια της παρουσίας του στον Ατρόμητο.


«Ομάδα της Superleague με κρέμασε τελευταία στιγμή, στη δεύτερη κατηγορία υπάρχει χάος»
Ξεκινώντας, πώς ήταν η σεζόν σου στον Ηρακλή;
Η μετάβασή μου, μετά από τόσα χρόνια στην πρώτη κατηγορία, ήταν πολύ δύσκολη. Ο Ατρόμητος ήταν πάντα ψηλά, έπαιξα Ευρώπη. Το να μην συνεχίσω σε ομάδα πρώτης κατηγορίας ήταν πολύ δύσκολο. Όταν έφτασα στον Ηρακλή η κατάσταση ήταν περίεργη. Πέρασε κάποιο διάστημα μέχρι να καταλάβω τι γίνεται. Δυσκολεύτηκα πάρα πολύ να προσαρμοστώ. Από άποψη γηπέδων, εγκαταστάσεων, οικονομικών. Η κατάσταση ήταν δύσκολη, είχε φτάσει 10 Αυγούστου και ακόμα η ομάδα δεν είχε ξεκινήσει. Άλλες ομάδες είχαν κλείσει τα ρόστερ τους. Μετά από 11 χρόνια στον Ατρόμητο, δυσκολεύτηκα πολύ να εγκλιματιστώ σε ένα τέτοιο περιβάλλον.
Πώς πήρες την απόφαση να πας στον Ηρακλή;
Υπήρξε μια ομάδα της Superleague που με «κρέμασε» τελευταία στιγμή. Μου έλεγαν όλο το καλοκαίρι «Κυριάκο δώσε μας λίγο χρόνο». Είχαμε μιλήσει για το οικονομικό, τα είχαμε βρει. Ήμασταν πολύ κοντά, έκανα προπονήσεις και περίμενα να με πάρουν τηλέφωνο για να πάω για προετοιμασία. Την τελευταία στιγμή, όμως, πήραν ένα παιδί από το εξωτερικό και δεν πήγα εκεί. Δεν με βοήθησαν και κάποιοι άνθρωποι που περίμενα πως θα με βοηθήσουν για να συνεχίσω στη Superleague. Στον Ηρακλή πήγα με την προοπτική ότι η ομάδα θα ανέβει και θα παίξω ξανά στην πρώτη κατηγορία. Δυστυχώς, όμως, τα πράγματα δεν έγιναν έτσι. Το πιο δύσκολο είναι ότι το φετινό καλοκαίρι βρέθηκα να ψάχνω ομάδα στη δεύτερη κατηγορία.
Πώς έζησες την κατάσταση στη δεύτερη κατηγορία;
Η αντιμετώπιση που έχουν οι παίκτες στη δεύτερη και στην τρίτη κατηγορία, είναι άθλια. Τόσα χρόνια δεν το έβλεπα ή έκανα πως δεν το έβλεπα. Για να υπάρξει ποδόσφαιρο και να έχουν κίνητρο τα παιδιά, πρέπει να βρεθεί μία λύση και να γίνουν τα πράγματα πιο ανθρώπινα. Σε θέμα οικονομικό, σε θέμα εγκαταστάσεων, ακόμα και στα ρούχα. Κάποια παιδιά δεν είχαν ρούχα. Μου τα έλεγαν και δεν τα πίστευα. Υπάρχει χάος και χάνεται ο ρομαντισμός του ποδοσφαίρου. Αυτά τα παιδιά, αν έβρισκαν να κάνουν μία άλλη δουλειά, θα πήγαιναν να την κάνουν. Φταίνε και οι ποδοσφαιριστές γιατί μπαίνουν σε μία διαδικασία να δεχθούν το παζάρι του κάθε παράγοντα. Δεν έχουν, όμως, άλλη επιλογή. Αν όλοι μαζί αρνούνταν τις προτάσεις που τους γίνονταν, οι παράγοντες θα ήταν αυτοί που δεν θα είχαν άλλη επιλογή.
Στον Ηρακλή, πριν αναλάβει ο πρόεδρος, κάποια παιδιά δεν είχαν χρήματα για βενζίνη προκειμένου να πάνε για προπόνηση. Ερχόνταν παιδιά και μου έλεγαν τα παράπονά τους. Καθόμουν εγώ να μιλήσω και να πω ότι κάποια παιδιά δεν είχαν να φάνε. Ο πρόεδρος έχει μία δόση καλής τρέλας, αλλά άμα σου χρωστάει λεφτά, θα τα πάρεις. Έκλεισε τρύπες που ήταν δύσκολο να κλείσουν.
Η ομάδα που σε κρέμασε, σου έδωσε κάποια εξήγηση;
Τίποτα, ειλικρινά τίποτα. Εκτός αυτού, μέσα από αυτά τα γεγονότα, χάλασαν και οι σχέσεις μου με κάποιους ανθρώπους, που κρατούσαν χρόνια.


Ας πάμε πίσω στον χρόνο. Πώς ξεκίνησες να παίζεις ποδόσφαιρο;
Έχω γεννηθεί στη Στουτγάρδη. Οι γονείς μου έμειναν για 15, ακόμα, χρόνια εκεί. Εγώ, όμως, δεν ήθελα να ζήσω στη Γερμανία. Έφυγα στα 18 μου και πέρασα από ΑΕ Ποντίων Κατερίνης, που μετά έγινε ΑΕΠ Ηρακλής και μετακόμισα στη Θεσσαλονίκη. Μετά με αγόρασε ο Αιγινιακός και με πούλησε στον Ατρόμητο.
Ένα παιδί που έχει γεννηθεί στη Γερμανία, παίρνει την απόφαση να ζήσει στην Ελλάδα. Δεν πρέπει να είναι εύκολο.
Μου αρέσει ο τόπος μου. Μου έλεγε ο μάνατζέρ μου να πάω στο εξωτερικό, αλλά του έλεγα ότι μου αρέσει το Περιστέρι. Μου έλεγε πως μπορούσα να φύγω από τον Ατρόμητο, όταν τελείωνε το συμβόλαιό μου. Όμως του απαντούσα πως μου αρέσουν οι παρέες μου, ο χώρος μου, η ρουτίνα μου. Αποφάσισα πως δεν ήθελα να φύγω στο εξωτερικό.
Με βάση τις παραστάσεις σου από τη Γερμανία, πώς μπορείς να είσαι τόσο αποφασισμένος για το ελληνικό ποδόσφαιρο;
Έβλεπα παλιούς μου συμπαίκτες που έκαναν 1-2 χρόνια στο εξωτερικό και δεν ήταν ευτυχισμένοι. Εμένα μου αρέσει κάθε μέρα να νιώθω ευτυχισμένος. Η απόφαση που θα πάρω είναι δική μου. Δεν θα πήγαινα στο εξωτερικό για να πάρω κάποια χρήματα παραπάνω. Δεν θα εξασφάλιζα το μέλλον μου με 100 ή 200 χιλιάρικα παραπάνω. Πόσα χρήματα παραπάνω να πάρει ένας δεξιός μπακ στο εξωτερικό; Είμαι ευγνώμων στον Γιώργο Σπανό και στον Ατρόμητο, γιατί είχα πολύ καλά συμβόλαια, που με έκαναν να είμαι καλά οικονομικά. Προτιμούσα να κάτσω στο Περιστέρι από το να πάω σε μία ξένη χώρα, στην οποία να μην είμαι ευτυχισμένος.


«Στην πρώτη προπόνηση με είδε ο Φυτανίδης και είπε “πάλι καινούργιο έφεραν;”»
Ποιες είναι οι πρώτες σου εικόνες από τον Ατρόμητο;
Θυμάμαι να έρχονται να με πάρουν από το αεροδρόμιο, ο Τόλης Αποστόλου να μου λέει κάποια πράγματα στο δρόμο και να με πηγαίνει στο προπονητικό κέντρο, στο Μαζαράκη. Έμεινα για ένα χρονικό διάστημα εκεί. Όταν πήγα στον Ατρόμητο, υπήρχαν παίκτες «μεγαθήρια». Λαζαρίδης, Ταυλαρίδης, Νάστος, Γιαννούλης, Μπρίτο, Ούμπιδες, Παπαδόπουλος, Ιγκλέσιας. Ήταν παίκτες άλλου επιπέδου, αστέρια. Σκέψου να μεγαλώνεις με αυτούς τους ποδοσφαιριστές. Μεγάλωσα απότομα, ήμουν και τυχερός. Είχα τον Ταυλαρίδη να με πιάνει από το χέρι και να με πιέζει. Κάτι έβλεπε σε μένα και με πίεζε να δουλέψω ακόμα περισσότερο. Είχα τον Νάστο, που παίζαμε στην ίδια θέση, με έπαιρνε αγκαλιά και μου έλεγε «Κυριάκο θα παίξεις έτσι, θα κάνεις αυτό». Εγώ εκτίμησα κάποια πράγματα, μεγάλωσα με σκυφτό κεφάλι. Μπροστά σε αυτούς τους ανθρώπους, υπήρχε μεγάλος σεβασμός. Αργότερα κατάλαβα πόσο σημαντικό ήταν για την πορεία μου το ότι μεγάλωσα με αυτά τα παιδιά.
Ποια ιστορία θυμάσαι πιο έντονα από τις προπονήσεις με όλα αυτά τα παιδιά που προανέφερες;
Πολλές ιστορίες. Από την αρχή που είχα τον Ταυλαρίδη ή τον Δημούτσο που μου έλεγε τα δικά του. Έμπαινα στα αποδυτήρια και δεν μιλούσα, πήγαινα μόνο και έκανα προπόνηση. Την πρώτη μέρα που πάτησα το πόδι μου στο προπονητικό, ήταν εκεί ο Φυτανίδης. Με είδε, 21 ετών εγώ και είπε «πάλι καινούργιο έφεραν;». Εγώ ψαρωμένος, είπα από μέσα μου «όχι ρε φίλε, τι κάνω εγώ εδώ;». Έσκυψα το κεφάλι και περίμενα μία ώρα για να αλλάξω και να κάνω προπόνηση. Όσο περνούσε ο καιρός γινόμουν πιο θρασύς και αυτό με βοήθησε να μπω περισσότερο στο κλίμα. Θυμάμαι μία μέρα, τσακώθηκα με τον Λαζαρίδη. Κάτι μου είπε και του αντιμίλησα. Τότε γυρίζει προς τα μένα και μου λέει «θα τα πούμε μέσα», ήρθε μέσα και με πήρε αγκαλιά. Ήταν φοβερά παιδιά όλοι, αστέρια.


Ποιος ήταν μεγαλύτερη προσωπικότητα;
Αυτοί με τον οποίους περνούσα πολύ χρόνο ήταν ο Τσενάμο, ο Ταυλαρίδης, ο Νάστος και ο Ούμπιδες. Έμαθα πάρα πολλά μαζί τους, να δουλεύω έξτρα. Τον Τσενάμο έπρεπε να τον ρωτήσω, δεν θα μου έλεγε κάτι μόνος του. Μάθαινα συνεχώς από αυτούς. Δεν μιλούσα ποτέ, μόνο ρωτούσα και άκουγα.
Πότε άρχισες να αισθάνεσαι ότι «πάλιωσες»;
Στον δεύτερο-τρίτο χρόνο, που έκανα τα συνεχόμενα παιχνίδια. Μετά έκανα την αναπροσαρμογή του συμβολαίου μου, με προπονητή τον Δέλλα. Οι απολαβές μου ήταν, σχεδόν, οι τετραπλάσιες, από το συμβόλαιο που είχα μέχρι τότε. Μάλιστα, ο Δέλλας είχε πει «γιατί το κάνατε αυτό; Είναι ένα παιδί που έπαιρνε τόσα και ξαφνικά θα παίρνει τόσα. Μπορεί τα μυαλά του να πάρουν αέρα, να τρελαθεί». Όσο, όμως, περνούσε ο καιρός και έβλεπα ότι ο Ατρόμητος ποντάρει και επενδύει σε μένα, ένιωθα όλο και καλύτερα. Μετά άρχισε και ο κόσμος να μου δείχνει την αγάπη του, έβλεπα ανθρώπους να λένε «ο Κίβρα είναι τούρμπο στον Ατρόμητο». Έβγαινα στο Περιστέρι και ένιωθα την αγάπη του κόσμου. Κατάλαβα ότι… εκεί ήταν το σπίτι μου. Μετά, φυσικά, ήρθαν και δύσκολες στιγμές, όταν η ομάδα δεν πήγαινε καλά. Όμως, ο βασικότερος λόγος που έμεινα τόσα χρόνια στον Ατρόμητο, ήταν γιατί έπαιρνα πίσω όσα έδινα. Η ομάδα και ο κόσμος εκτιμούσαν όσα έκανα.
Στα πρώτα χρόνια με τον Ατρόμητο, το μεγαλύτερο, ίσως, «αχ» ήταν ότι δεν μπήκατε ποτέ σε ομίλους ευρωπαϊκής διοργάνωσης. Σου έχει μείνει και σένα αυτό το παράπονο; Πόσο πιστεύεις ότι έμεινε απωθημένο στον οργανισμό του Ατρόμητου;
Δεν ήμουν όταν έπαιξαν τα παιδιά στην Άλκμααρ, εγώ έπαιξα την επόμενη χρονιά. Το έβλεπα από την τηλεόραση. Όταν ήρθα στην ομάδα, όμως, υπήρχε ακόμα η απογοήτευση. Στοίχισε πολύ. Ο κόσμος συζητούσε, συνεχώς, ότι χάθηκε η πρόκριση στη λεπτομέρεια, αναρωτιόντουσαν όλοι τι έφταιξε. Μετά μπήκε και στο δικό μου πετσί όλη αυτή η ιστορία. Όταν έπαιξα το πρώτο μου ευρωπαϊκό ματς με την ΑΪΚ Στοκχόλμης, ήταν κάτι μοναδικό. Μετά παίξαμε στην έδρα της Φενέρμπαχτσε. Άλλα παιδιά που παίζουν στο εξωτερικό, το ζουν αυτό κάθε εβδομάδα. Για μένα, όμως, ήταν κάτι πολύ ξεχωριστό. Σαν εμπειρία, ήταν από τις πιο όμορφες της ζωής μου. Στην Τουρκία αν ερχόταν κάποιος και μου έλεγε «σταμάτα, μην παίζεις άλλο», θα καθόμουν και θα παρακολουθούσα τον κόσμο και την ατμόσφαιρα. Θα ήμουν ευχαριστημένος και μόνο με αυτό. Αναρωτιόμουν αν, όντως, το ζούσα όλο αυτό. Αυτό που για κάποιους ήταν ρουτίνα, για μένα ήταν όλη μου η ζωή. Δεν είμαι, όμως, αχάριστος, είμαι πολύ ευτυχισμένος με όσα έζησα.


«Έπαθα σοκ, με είχε τσακίσει ψυχολογικά το ότι έμεινα εκτός ομάδας»
Πώς διαχειρίστηκες τα δύσκολα όταν αυτά ήρθαν;
Όταν είσαι πιο μικρός, οι μεγαλύτεροι παίρνουν την ευθύνη. Δεν σε αφήνουν να πάρεις εσύ την ευθύνη, βγαίνουν εκείνοι μπροστά. Για να καταλάβεις και τι προσωπικότητες είχαμε. Μπαίναμε στα αποδυτήρια και μιλούσαν εκείνοι. Όταν είσαι, όμως, αρχηγός, για τα πάντα φταις εσύ. Σε ρωτάνε όλοι «ρε Κυριάκο τι φταίει;». Έπρεπε να μαζέψεις όλα τα παιδιά για να μιλήσετε; Έπρεπε να το αφήσεις να ηρεμήσει και να δεις μετά τι φταίει; Ήταν ένα ρίσκο. Εμένα μου άρεσε η πίεση, το ότι ο κόσμος ρωτούσε εμένα ως αρχηγό. Έμαθα να είμαι αρχηγός, από αρχηγούς που ήταν όλοι ένας κι ένας.
Ποια στιγμή σου έχει μείνει στο μυαλό ως η πιο δύσκολη της πορείας σου στον Ατρόμητο;
Όταν η ομάδα έμεινε στις τελευταίες θέσεις. Πριν 5 χρόνια, όταν ήρθε ο Κόουλμαν και τελικά έσωσε την ομάδα. Είχε έρθει η στιγμή που με προπονητή τον Άνχελ Λόπεθ, έμεινα εκτός ομάδας. Είχα κάνει μία εξαιρετική προετοιμασία στην Ισπανία, αλλά καταλάβαινα ότι κάτι δεν πήγαινε καλά, γιατί δεν με έβαζε καθόλου στα φιλικά. Γυρίζουμε από Ισπανία και με φωνάζει ο προπονητής στο γραφείο του, για να μου πει ότι δεν με υπολογίζει και ότι πρέπει να βρω ομάδα. Έπαθα σοκ, αλλά δεν το έδειξα. Σηκώθηκα, του έδωσα το χέρι και του είπα «ok mister». Μετά ξεκίνησε μία δύσκολη περίοδος για μένα, μου είπαν από την οικογένειά μου, τον Ατρόμητο, ότι έμεινα εκτός ομάδας. Είχαν πάρει τον Σταύρο Βασιλαντωνόπουλο και έπαιζε εκείνος όλα τα ματς. Λόγω σεβασμού, δεν με άφησαν να τρέχω μόνος μου, αλλά, έκανα προπονήσεις με την υπόλοιπη ομάδα. Στους αγώνες, όμως, έμενα εκτός αποστολής. Η ομάδα έφτασε να είναι προτελευταία. Δέχθηκα ένα τηλεφώνημα από άνθρωπο του Ατρόμητου, που μου είπε «Κυριάκο μόνο εσύ μπορείς να βγάλεις την ομάδα από αυτόν τον βούρκο». Ξεκίνησα και παίζω και η ομάδα άρχισε να ανεβαίνει. Οι οπαδοί έρχονταν στο γήπεδο και πρόσωπο με πρόσωπο, σου έδειχναν την απογοήτευσή τους. Έπρεπε να ανακάμψω ψυχολογικά από το γεγονός ότι ήμουν εκτός ομάδας, που με είχε τσακίσει. Δεν με ένοιαζε ότι οι άνθρωποι μου είπαν «Κυριάκο φύγε». Με ένοιαζε που ο κόσμος έλεγε «Γιατί δεν παίζει ο Κυριάκος;».
Είχες κάποια εξήγηση από την ομάδα για το λόγο που συνέβη αυτό;
Δεν ρώτησα ποτέ! Δεν μπήκα ποτέ στη διαδικασία να χτυπήσω την πόρτα της διοίκησης ή του προπονητή για να ρωτήσω γιατί ήμουν εκτός ομάδας. Πάλεψα για το όνομά μου και για τον κόσμο που με αγαπούσε και υπέφερε να βλέπει την ομάδα σε αυτά τα χάλια.
Έχεις πάει ποτέ σε προπονητή να παραπονεθείς επειδή για ένα διάστημα δεν έπαιζες;
Ποτέ! Και θέλω να βγει έστω ένας προπονητής από όλους αυτούς που είχα στην καριέρα μου και να πει το αντίθετο. Ποτέ μα ποτέ, δεν χτύπησα πόρτα προπονητή. Μακάρι να βγει ένας και να πει «Κυριάκο λες ψέματα». Σκεφτόμουν πάντα ότι για να παίζει ένα άλλο παιδί, κάτι κάνω εγώ λάθος. Ο καθρέφτης όλων μας είναι το γήπεδο και το σημαντικό είναι όταν φεύγεις από αυτό, να ξέρεις ότι έχεις δώσει τα πάντα.


«Λέω για το πανό στο Περιστέρι μετά το γκολ στο Καραϊσκάκη και ανατριχιάζω»
Απάντησες προηγουμένως για την πιο δύσκολη στιγμή σου. Η πιο όμορφη;
Η πιο όμορφη στιγμή μου, ήταν στην καλύτερή μου χρονιά. Κερδίσαμε στο Καραϊσκάκη με 1-0, με γκολ δικό μου. Παίζαμε με τον Ολυμπιακό και μετά με τον Πανιώνιο στο Περιστέρι. Τις παραμονές του αγώνα μου έστειλαν οι οργανωμένοι στο Instagram μία φωτογραφία με ένα πανό και μου έγραφαν «πάθος και τρέλα για το αστέρι στη φανέλα». Και μου ανέφεραν ακόμα ότι «αυτό που θα κάνουμε την Κυριακή στον αγώνα για σένα, είναι δικό σου και το έχουμε κάνει για έναν μόνο ακόμα παίκτη. Είναι η γιορτή σου». Αυτό δεν θα το ξεχάσω ποτέ, το λέω και ανατριχιάζω. Σε εκείνο το ματς με τον Πανιώνιο δεν ήμουν καλός, γιατί ήμουν επηρεασμένος συναισθηματικά από αυτό που είχαν κάνει οι οπαδοί για μένα. Το γήπεδο ήταν γεμάτο, κερδίζαμε τους μεγάλους εκείνη την περίοδο. Τότε κατάλαβα ότι κάτι είχα αφήσει στην ομάδα. Προσπαθώ τα συναισθηματικά μου να τα αφήνω έξω από το γήπεδο, αλλά σε εκείνο το ματς, δεν τα είχα καταφέρει.
Έχεις αναφερθείς σε αρκετές περιπτώσεις, σε αυτήν μας την κουβέντα, στον κόσμο του Ατρόμητου. Με όσα, όμως, έχει κάνει αυτή η ομάδα αυτά τα χρόνια, δεν θα μπορούσαν να είναι πολύ περισσότεροι οι Περιστεριώτες που στηρίζουν τον Ατρόμητο;
Είχα την τύχη να γνωρίσω παλιούς Ατρόμητους, 60-70 χρονών. Ανθρώπους που μου έλεγαν «Κυριάκο αύριο θα μαγειρέψει η κυρά μου, έλα σπίτι να φάμε». Μου άνοιγαν τα σπίτια τους, μου έλεγαν ότι μπορώ να κοιμηθώ μαζί τους, όταν ήμουν άρρωστος ήθελαν να με φροντίσουν. Καθόμουν, λοιπόν, μαζί τους και προσπαθούσα να καταλάβω γιατί δεν ερχόταν πολύς κόσμος στο γήπεδο. Έμαθα πολλές ιστορίες, από διαφορετικές γωνίες. Αυτό που με στενοχωρεί, είναι που δεν κατάφερα να φέρω με άλλα παιδιά που ήμουν στην ομάδα, κόσμο του Περιστερίου στο γήπεδο. Δεν εννοώ τους «Φενταγίν», αυτοί χάναμε-κερδίζαμε, ήταν εκεί. Τον υπόλοιπο κόσμο ήθελα να φέρω, που έμενε στα καφενεία. Να έρθει και να δει την πόλη του να παίζει. Όταν η ομάδα ήταν καλά, το γήπεδο είχε κόσμο. Έρχονταν, όμως, να δουν μία ομάδα που παίζει καλά.
Ποια ήταν η σχέση σου με τον Γιώργο Σπανό;
Στα 11 χρόνια έχουμε μιλήσει μία φορά στο τηλέφωνο και έχουμε βρεθεί άλλη μία. Είχε καλέσει μία φορά στο γραφείο του τους αρχηγούς. Με είχε, όμως, σαν γιο του, τον άκουγα από την εξέδρα να φωνάζει το όνομά μου. Ερχόταν στα αποδυτήρια, με αγκάλιαζε και με φιλούσε. Αλλά ως εκεί. Ήταν το τόσο-όσο. Πάρα πολύ καλή σχέση είχα με τον κυρ Μιχάλη, τον μπαμπά του Γιώργου Σπανού. Ο κυρ Μιχάλης αγάπησε λίγους παίκτες και ένας από αυτούς, ήμουν εγώ. Ο Γιώργος Σπανός είναι από τους καλύτερους προέδρους που υπάρχουν στο ελληνικό ποδόσφαιρο. Οικονομικά θέματα δεν πρόκειται να έχεις ποτέ μαζί του. Διαχειρίζεται τις ήττες και τις αποτυχίες, πάντα, με σεβασμό. Ποτέ δεν γύρισε σε κάποιον να του πει «ρε φίλε τι κάνεις;» μπροστά σε κόσμο. Ό, τι ήθελε, θα σου το έλεγε προσωπικά. Δεν πήγε ποτέ να εκθέσει κάποιον. Αν σε εκθέσει μπροστά σε συμπαίκτες σου, χάνεται ο σεβασμός. Όσο περνάει ο καιρός και βλέπω και ακούω τι συμβαίνει σε άλλες ομάδες, τον εκτιμώ ακόμα περισσότερο. Έμπαινε στα αποδυτήρια και έλεγε «αδικείτε τους εαυτούς σας, δεν ξέρω τι θα κάνετε, αλλά μπείτε και αλλάξτε το». Δεν είπε ποτέ κάτι παραπάνω. Δεν έχω, πραγματικά, τίποτα αρνητικό να πω για αυτόν τον άνθρωπο.


«Στον Παράσχο δεν άρεσαν οι νεαροί παίκτες, ο Σα Πίντο με ερέθιζε παικτικά»
Ας πάμε στους προπονητές με τους οποίους δούλεψες. Αρχικά, ο Γιώργος Παράσχος.
Ο κυρ Γιώργος ήταν ένας προπονητής που δεν του άρεσαν οι νεαροί παίκτες. Προτιμούσε πάντα να βάζει τους μεγαλύτερους, ήθελε την εμπειρία. Νομίζω ο νεότερος ήταν 24-25 χρονών. Πήρα μόνο δύο παιχνίδια μαζί του.
Ακολούθησε ο Σα Πίντο.
Είχαμε προπόνηση και παίζαμε με τον Αστέρα Τρίπολης. Συνήθως, όταν έλειπε ο δεξιός μπακ, ο Βαγγέλης Νάστος, έπαιζε στη θέση του ένας σέντερ μπακ, όπως ο Φυτανίδης ή ο Λαζαρίδης. Μία μέρα πριν το ματς με τον Αστέρα, λοιπόν, φεύγουμε οι αναπληρωματικοί και κάνουμε «5-2» στην προπόνηση. Οι βασικοί έκαναν στημένα. Σε μία σέντρα, ο Νάστος παθαίνει θλάση. Με φωνάζει «Κιβρακίδη έλα εδώ». Μπαίνω και κάνω δύο καλές σέντρες που κατέληξαν σε γκολ. Την άλλη μέρα στο ξενοδοχείο με φωνάζει ο Σα Πίντο και μου λέει «σε εμπιστεύομαι και θα παίξεις εσύ». Κάνω copy paste όσα μου είπε, με είχε πιάσει και ο Νάστος και μου είχε πει τι έπρεπε να προσέξω. Στο 60’ κερδίζαμε 4-0, δεν ξαναβγήκα ποτέ. Ο Σα Πίντο ήταν ένας προπονητής που με ερέθιζε ποδοσφαιρικά. Μπορούσε να πάει την ψυχολογία μου στα κόκκινα. Έβγαζε από κάθε παίκτη τον καλύτερο εαυτό. Πιστεύω ότι αυτός ήταν ο λόγος που έπαιξα. Αν ήταν ο κυρ Γιώργος στον πάγκο, δύσκολα θα έπαιρνα την ευκαιρία μου. Πριν παίξω, βέβαια, είχαν έρθει δύο άνθρωποι από τη διοίκηση και με είχαν ρωτήσει αν ήθελα να πάω δανεικός. Είχα πει, όμως, ότι ήθελα να μείνω στον Ατρόμητο και να διεκδικήσω τις πιθανότητές μου.
Νταμίρ Κάναντι;
Καθηγητής Κάναντι. Αυστριακή νοοτροπία, δεν άφηνε καρφίτσα να πέσει κάτω. Αυτό που μου έχει μείνει, είναι μια φορά που κάναμε μία άσκηση αντοχής και κάποια στιγμή λύγισα από την κούραση. Μου είπε τότε «Κίβρα σήκωσε το κεφάλι σου και περπάτα. Στην κούραση πάνω θέλω να έχεις νοοτροπία νικητή. Αν ο αντίπαλός σου σε δει κουρασμένο, θα αισθανθεί πως σε έχει». Έπρεπε, λοιπόν, να σηκώσω κεφάλι και να συνεχίσω.
Τραϊανός Δέλλας;
Ένας Δέλλας όπως τον ξέρει όλη η Ελλάδα. Με Μπουρουτζίκα γυμναστή, τρομερή προσωπικότητα.
Από τους υπόλοιπους προπονητές με τους οποίους συνεργάστηκες;
Με εξαίρεση τον Άνχελ Λόπεθ, δεν έχω να πω τίποτα αρνητικό για κάποιον. Ο Άνχελ Λόπεθ ήταν ο μόνος με τον οποίο δεν είχα καλή συνεργασία. Ήταν σεβαστή η επιλογή του να μείνω εκτός ομάδας, αλλά ήταν δύσκολο για μένα.


«Το κρυφό ραντεβού με Διαμαντόπουλο για να πάω στον Άρη και το συμβόλαιο με διπλάσιες απολαβές»
Δεν μπορώ να σκεφτώ πολλούς παίκτες που να έχουν μείνει τόσα πολλά χρόνια σε μία ομάδα.
Αν μπορούσα να καθίσω άλλα τόσα χρόνια, θα καθόμουν, γιατί δεν ήθελα να φύγω. Δεν ήθελα να φύγω από τον Ατρόμητο. Σκεφτόμουν πόσο δύσκολο θα ήταν να πάω να παίξω ως αντίπαλος στο Περιστέρι. Αν με ρωτάς, θα ήθελα να τελειώσω την καριέρα μου στον Ατρόμητο. Αλλά για τον «Α» ή τον «Β» λόγο, δεν γινόταν να κάτσω παραπάνω.
Όλες οι επαγγελματικές σχέσεις, όμως, κάποια στιγμή φτάνουν σε ένα σημείο κορεσμού.
Το ένιωσα, ήταν το σημείο που αισθάνθηκα πως δεν είχα να δώσω κάτι άλλο στην ομάδα. Θα μπορούσα να κάτσω ως δεύτερη επιλογή, αλλά δεν το ήθελα.
Πότε το αισθάνθηκες αυτό;
Την τελευταία χρονιά που κατάλαβα πως δεν μπορώ να βοηθήσω άλλο την ομάδα. Έλεγα ότι κάνω κακό και στον εαυτό μου και στην ομάδα.
Θυμάσαι κάποιους άλλους συμπαίκτες που να ξεχωρίζεις, πέραν όσων ανέφερες προηγουμένως;
Πολύ ιδιαίτερο παιδί είναι ο Γκορμπούνοφ, ο τερματοφύλακας. Ήμασταν και δωμάτιο μαζί για κάποια χρόνια. Σπουδαία προσωπικότητα, επίσης, ο Κατσουράνης. Είχα, ακόμα, συμπαίκτη τον Φωτάκη. Μπορεί να μην κατάφερα να παίξω σε κάποια από τις τέσσερις μεγάλες ομάδες της Ελλάδας, αλλά ήμουν τυχερός γιατί είχα φοβερούς συμπαίκτες. Θυμάμαι, επίσης, τον Μανιάτη να λέει «σε αυτόν τον μικρό, δεν θα μιλάει κανένας». Και όταν πήγαινε κάποιος να μου μιλήσει, τον… έπιανε από τον λαιμό.


Έχοντας περάσει τόσα χρόνια στον Ατρόμητο, θεωρείς ότι οι ομάδες αυτού του επιπέδου, εκτός των τεσσάρων μεγάλων, θα μπορούσαν να έχουν καλύτερη αντιμετώπιση από τις αρχές του ποδοσφαίρου;
Στον Ατρόμητο ήταν όλοι καλοπληρωτές, δεν είχαμε προβλήματα. Είχαμε τρομερές εγκαταστάσεις. Θυμάμαι, για παράδειγμα, να φιλοξενούμε ξένες ομάδες στο Μαζαράκη και οι παίκτες να λένε «τι είναι αυτό το στολίδι;». Στη δεύτερη κατηγορία υπάρχει χάος. Μετά τη Superleague δεν υπάρχει ποδόσφαιρο, από πολλές απόψεις. Εκτός, ίσως, από κάποιες ιστορικές ομάδες, όπως ο Πανιώνιος ή η Καλαμάτα ή η Νίκη Βόλου. Υπάρχουν παιδιά που πάνε και παίζουν για 12 χιλιάρικα τον χρόνο. Δεν είναι λεφτά αυτά.
Στο διάστημα που ήσουν στον Ατρόμητο, υπήρξαν πολλά μεταγραφικά σενάρια γύρω από το όνομά σου.
Το πιο καλό που θυμάμαι ήταν που ενώ ήμουν για καφέ, με παίρνει ο μάνατζέρ μου κρυφά από όλους και μου λέει «Κυριάκο στις 8 να είσαι στο τάδε ξενοδοχείο στη Συγγρού». Του λέω «τι να κάνω εκεί;». Μου απαντάει «έλα και θα δεις». Πάω, λοιπόν και ήταν εκεί, ο τεχνικός διευθυντής του Άρη, ο Ντίνος Διαμαντόπουλος, ο μάνατζέρ μου και ένας ποδοσφαιριστής. Είχαν προηγουμένως στείλει χαρτί στον Ατρόμητο, λέγοντας ότι ήθελαν να μπουν σε διαπραγματεύσεις μαζί μου και η ομάδα τους είχε απαντήσει «όχι, δεν παίρνετε τον Κυριάκο με τίποτα». Μου βγάζουν ένα pdf και μου λένε «Κυριάκο αυτό θα είναι το συμβόλαιό σου στον Άρη για 2+1 χρόνια». Οι απολαβές που προβλέπονταν ήταν διπλάσιες από αυτές που είχα στον Ατρόμητο. Ήταν Ιανουάριος, για να πάω τον Ιούνιο. Θα υπέγραφαν, μάλιστα, συμφωνητικό πως δεν θα έπαιρναν άλλο δεξιό μπακ, για να παίξω εγώ όλα τα παιχνίδια βασικός.
Βλέπω το συμβόλαιο, κοίταξα τον μάνατζέρ μου και ζήτησα να μιλήσω ιδιαιτέρως μαζί του. Τους ρώτησα τι διορία είχα για να απαντήσω και μου έδωσαν μία εβδομάδα. Μετά από δύο μέρες, υπέγραψα για άλλη μία τετραετία στον Ατρόμητο. Θα μπορούσα να πάω στον Άρη και να ανοίξει και η πόρτα για την Εθνική, αλλά επέλεξα να κάτσω σπίτι. Θεώρησα ότι το να πάω κρυφά κάπου αλλού, δεν θα ήταν σωστό. Μετά από κάποιες αγωνιστικές παίξαμε με τον Άρη στο «Βικελίδης», με είδαν οι άνθρωποι που ήταν στη συνάντηση και δεν μου μίλησαν. Κερδίσαμε, θυμάμαι, σε εκείνο το ματς με 2-0 με δύο γκολ του Κουλούρη.


«Με άφησαν να φύγω από το στρατόπεδο για να πάω να υπογράψω στον Παναθηναϊκό»
Και για τον Παναθηναϊκό υπήρχαν πολλά σενάρια μία εποχή.
Ήταν όταν ο Παναθηναϊκός είχε προπονητή τον Στραματσόνι, τους είχαμε αποκλείσει στο Κύπελλο, με γκολ από δική μου σέντρα. Εκείνη την περίοδο ήμουν φαντάρος και για αυτόν τον λόγο με άφησαν να φύγω από το στρατόπεδο. Στη βασική εκπαίδευση, μάλιστα, που δεν φεύγει κανένας. Τους είχα πει «πρέπει να φύγω να πάω να υπογράψω», τα είχαμε βρει σε όλα. Στο τέλος ο Ατρόμητος ζήτησε κάποια χρήματα παραπάνω, ο Παναθηναϊκός δεν τα έδωσε και τελικά απέκτησε τον Κουλιμπαλί. Χάλασε, έτσι, η μεταγραφή. Ήθελα πάρα πολύ τότε να πάω στον Παναθηναϊκό, δεν είχα ακόμα δεθεί τόσο πολύ με τον Ατρόμητο. Όλες οι εφημερίδες έγραφαν για μένα. Στενοχωρήθηκα τόσο πολύ που για έναν μήνα δεν μιλιόμουν στην προπόνηση. Για 50-100 χιλιάρικα δεν πήγα στον Παναθηναϊκό. Είχα θυμώσει με την ομάδα, που δεν με άφησαν να πάω. Για έναν μήνα δεν έκανα προπόνηση, πήγαινα για να πάω, το μυαλό μου ήταν αλλού. Έκανα προπόνηση με τα χέρια στις τσέπες. Μέχρι που με έπιασε ένας από την ομάδα και μου είπε «κάνεις κακό στον εαυτό σου, πρέπει να είσαι ξανά ο Κυριάκος που όλοι ξέρουμε». Ήμουν για σφαλιάρες. Ήμουν ένα θυμωμένο μικρό παιδί.
Από το εξωτερικό ήρθε ποτέ κάτι που να το ήθελες;
Όταν ήταν ο Βλάνταν Ίβιτς στην Μακάμπι Τελ Αβίβ, έστειλαν χαρτί στην ομάδα ότι με ήθελαν. Με αγόραζαν 250-300 χιλιάρικα, η ομάδα με έδινε με 500. Πήγαινα κάθε μέρα και ρωτούσα αν είχαμε κάποια εξέλιξη. Έφτασα πολύ κοντά στο να κάνω ένα επόμενο βήμα, αλλά δεν έγινε. Ο κόσμος πιστεύει ότι έμεινα στον Ατρόμητο, επειδή δεν είχα κάτι άλλο. Όμως, στην πραγματικότητα, όλο κάτι γινόταν και δεν προχωρούσαν οι υποθέσεις. Μέχρι που τελικά δέθηκα πολύ με την ομάδα και δεν ήθελα εγώ να φύγω.
Κλείνοντας, είχες ποτέ κάποιον αντίπαλο από τον οποίο να είπες, φεύγοντας από το γήπεδο, ότι έμαθες πράγματα;
Αντιμετώπισα πολλούς παικταράδες, όπως τον Ποντένσε, τον Γκάρι Ροντρίγκεζ, τον Αϊτόρ στα καλά του. Τον Νάνο, επίσης! Θυμάμαι ότι πηγαίναμε στη Λεωφόρο, η κατοχή ήταν 90-10 για τον Παναθηναϊκό και σε κάθε κατεβασιά της μπάλας, ήταν στο κόρνερ. Όταν αντιμετωπίζεις καλούς παίκτες, όπως αυτοί, πρέπει να είσαι κολλημένος στο μυαλό για να μην μάθεις.
Πηγή: Gazzeta